Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Αθανάσιος Κουντουράς





Απευθύνομαι στους γεωργούς της Λήμνου, με τους οποίους έχω να επικοινωνήσω ομαδικά για πολλά χρόνια.

Όταν ήμουν εν Υπηρεσία, είχα βραδινές συγκεντρώσεις στα καφενεία του χωριού και συζητούσαμε για διάφορα γεωργικά θέματα επί το πλείστον εποχιακά αλλά και γενικότερα, όπως περί αναδασμού, εγίνοντο ερωτήσεις, υπήρχαν απορίες και εδίδοντο απαντήσεις και η συζήτησις εγενικεύετο. Αλλά και με τους νέους είχα επαφή. Σύμφωνα με το πρόγραμμα γεωργικών εφαρμογών κατά τη δεκαετία του 1950 είχαμε μορφωτικούς συλλόγους αγροτόπαιδων. Στον τομέα μου είχα τρεις, στο Κοντοπούλι, στο Ρωμανό και στην Ατσική από καμιά σαρανταριά παιδιά στον κάθε σύλλογο. Ήρχοντο παιδιά ηλικίας 13 έως 17 χρόνων κατά τη χειμερινή περίοδο από Οκτώβριο έως Απρίλιο κατά τις απογευματινές ώρες. Εκάναμε ομιλίες για διάφορα γεωργικά θέματα, καθώς και πρακτικές εφαρμογές. Σήμερα τα παιδιά αυτών των ηλικιών πηγαίνουν Γυμνάσιο και Λύκειο.

Τώρα θέλω να εκφράσω μερικές σκέψεις μου. Πριν από λίγα χρόνια ήκουσα από την τηλεόραση, ότι μερικοί προοδευτικοί άνθρωποι διέγνωσαν ότι με την αθρόα εισαγωγή γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων στην Ελλάδα, σε τιμές χαμηλότερες των εγχωρίων, αλλά κατωτέρας ποιότητας, τείνουν να εξαφανιστούν, συν τω χρόνω, αι εντόπιες καλές ποικιλίες διαφόρων ειδών, απεφάσισαν να αντιδράσουν και σχημάτισαν δίκτυο ανταλλαγής ντόπιων σπόρων σε όλη σχεδόν την Ελλάδα. Υπάρχει και στη Λήμνο εκπρόσωπος (σημ.: εννοείται το Πελίτι).

Αλλά και στη Λήμνο με πρωτοβουλία του Ομίλου Ανεμόεσσα ήλθαν πέρυσι τον Ιούνιο από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών καθηγηταί και γεωπόνοι και γύρισαν σε όλα σχεδόν τα χωριά της Λήμνου, συνομίλησαν με πολλούς γεωργούς, καθώς και με τους γεωπόνους του Γραφείου Αγροτικής Ανάπτυξης Λήμνου για να πάρουν πληροφορίες και συγκέντρωσαν σπόρους ντόπιων καλών ποικιλιών.

Και στις 4 και 5 Ιουνίου είχαν συναντήσεις στο Μούδρο και στο Πορτιανού, έγιναν ομιλίες από γεωπόνους και καθηγητάς του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και από καθηγητάς του Τμήματος Τροφίμων και Διατροφής του Πανεπιστημίου Αιγαίου, για τη σημασία των τοπικών ποικιλιών, την αναζήτησιν, την καλλιέργεια και την διάδοσιν σε μεγάλη κλίμακα αυτών των ντόπιων ποικιλιών.

Για την προσπάθεια αυτή αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στον Όμιλο Ανεμόεσσα, στους γεωπόνους και καθηγητάς του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηών, στους καθηγητάς του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στους γεωπόνους του Γραφείου Αγροτικής Ανάπτυξης Λήμνου, καθώς και στην κυρία Ήβη Νανοπούλου, που χρηματοδότησε τις μετακινήσεις των γεωπόνων. Αυτό είναι το πρώτο έναυσμα, το πρώτο ξεκίνημα για τον ανώτερο σκοπό. Δεν θα πρέπει όμως να σταματήσει στα λόγια, πρέπει ο καθένας μας να το πάρει ζεστά και να προσπαθήσει προς αυτή τη κατεύθυνση.

Διότι να έρχονται τόσοι επιστήμονες από την Αθήνα και κοπιάζουν, για να μας δείξουν αυτά που έπρεπε να κάναμε και δεν τα κάναμε, θα πρέπει να δραστηριοποιηθούμε και μεις γι’αυτό το σκοπό, για να μη δείξουμε αδιαφορία και απροθυμία.

Ενδεικτικά θα αναφέρω μερικά είδη φυτών που πρέπει να τα αναζητήσουμε και να τα διαδώσουμε. Θα ξεκινήσω από το σιτάρι ποικιλίας Λήμνος. Είναι ένα πολύ καλό σιτάρι και δίδει εύγευστο ψωμί καλύτερο όλων των άλλων ποικιλιών σίτου. Όταν ξεφούρνιζαν τα ψωμιά μοσχοβολούσε όλη η γειτονιά και αν έκοβες μια γωνιά από αυτό το ψωμί σου άρεσε να το τρως σκέτο, για να απολαύεις τη γευστικότητά του.

Η ποικιλία Λήμνος είναι σκληρό σιτάρι, από τις νεώτερες ποικιλίες και είναι δημιούργημα του Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης. Μία παλαιότερη ποικιλία από αυτές που υπήρχαν στο νησί ήταν το Μαυραγάνι που καλλιεργείτο σε μεγάλη έκταση, σκληρό σιτάρι, που έδιδε καλό και εύγευστο ψωμί.

Άλλο, πολύ σκληρό και μεγαλόσπορο σιτάρι ήταν το Νταβέ Ντισί (δόντι καμήλας) που εκαλλιεργείτο σε μικρότερη έκταση. Υπήρχαν και άλλες ποικιλίες που δεν τις ξέρω.

Άλλο είδος που πρέπει να διασωθεί είναι το κριθάρι Παναγίας. Επίσης πρέπει να διασωθούν τα μαυρομάτικα φασολάκια που είναι πολύ εύγευστα, ο άφκος που δίδει τη νόστιμη φάβα, το σουσάμι που δίδει το καλό σουσαμόλαδο, και το αρωματικό ταχίνι, το γλυκάνισο που δίδει γεύση και άρωμα στο τσίπουρο. Το πεπόνι βόντινα που το κρεμούσαν μέσα στο δίχτυ και κρατούσε έως τα Χριστούγεννα, επίσης τα γαρύφαλλα που είναι πολύ μυρωδάτα και σε πολλά χρώματα, ενώ αυτά των ανθοπωλείων έχουν μόνο εμφάνιση χωρίς άρωμα. Από τα κτηνοτροφικά φυτά ο βίκος και η μηδική (τριφύλλι).

Από τα δενδρώδη θα πρέπει να διασωθούν η κυδωνιά Λήμνου με αφράτα κυδώνια, η συκιά με πολύ νόστιμα σύκα, τόσο τα άσπρα, αλλά πολύ περισσότερο τα μαύρα, που δεν υπάρχουν γευστικότερα σε όλη την Ελλάδα και άλλα είδη δένδρων, που ο καθένας μπορεί να ξέρει ότι έχουν καλή γεύση και άρωμα πρέπει να τα διασώσει. Επίσης καλό είναι να διασωθούν οι ροδιές της Λήμνου. Τα ρόδια μπορεί να έχουν χονδρό κουκούτσι, είναι όμως πολύ γευστικά και διατηρούνται για πολλούς μήνες.

Ως προς τα αμπέλια έχουμε δύο πολύ καλές ποικιλίες το μοσχάτο και το καλαμπάκι, που όλοι τις γνωρίζετε. Το Μοσχάτο, πρέπει να ήρθε από την Αίγυπτο, πριν από 160-200 χρόνια, διότι σύμφωνα με την αμπελογραφία ονομάζεται Μοσχάτο Αλεξάνδρειας και καλλιεργείται σε πολλά κράτη, καθώς και σε πολλά μέρη της Ελλάδος (Θεσσαλία, Μακεδονία, Αχαΐα), αλλά στη Λήμνο δίδει ποιοτικά τα καλύτερα σταφύλια από όλα τα μέρη της Ελλάδος σε γεύση και άρωμα.

Το καλαμπάκι είναι η αρχαιότερη ποικιλία της Ελλάδος και κανείς δεν ξέρει από πότε υπάρχει στη Λήμνο. Ο Όμηρος αναφέρει ότι οι Αχαιοί επρομηθεύοντο κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου κρασί από τη Λήμνο. Λέτε να είναι το κρασί που έπιναν οι Αχαιοί από το καλαμπάκι; Το καλαμπάκι έχει μεταφερθεί στη Χαλκιδική και σε άλλες επαρχίες της Μακεδονίας με το όνομα Λημνιό. Οι μεγάλοι οινοπαραγωγοί όπως ο Μπουτάρης, ο Τσάνταλης, ο Καρράς και άλλοι χρησιμοποιούν το Καλαμπάκι για προσμίξεις με άλλες ποικιλίες, ο δε Καρράς το βγάζει σκέτο και αναγράφει στην ετικέτα του μπουκαλιού «κρασί κόκκινο από σταφύλι Λημνιό». Πολλοί γεωργοί στη Λήμνο κάνουν προσμίξεις στο Καλαμπάκι με άλλες ποικιλίες όπως το Γαλλικό Καπερνέ και άλλες. Αυτό είναι γούστο του παραγωγού. Αλλά όταν γίνεται με τους κανόνες οινοποιήσεων είναι και το σκέτο πολύ καλό. Εγώ παρασκεύαζα κρασιά από Μοσχάτο και από Καλαμπάκι, χωρίς προσμίξεις με άλλες ποικιλίες και οι ειδικοί που τα δοκίμαζαν και τα έπιναν τα έβρισκαν εξαιρετικά. Το ιστορικό για τη δημιουγία του οινοποιείου δεν είναι του παρόντος θέμα.

Εκείνο που πρέπει να αποφεύγετε είναι τους πειραματισμούς με εμβολιασμούς ή ότι άλλο στο Μοσχάτο και ιδίως στο Καλαμπάκι διότι αν το χάσουμε δεν το ξαναβίσκουμε.

Άλλες ποικιλίες που καλλιεργούντο στη Λήμνο ήταν το Φωκιανό σε μεγάλη έκταση, που ήλθε από τις Φώκαιες, πόλη στα παράλια της Μικράς Ασίας (αρχαία ελληνική πόλη), καλό σταφύλι, με ρώγες μεγάλες στρογγυλές χρώματος προς το μελιτζανί και εύγευστο μέτριας ωψιμότητος. ‘Αλλη ποικιλία είναι το Τσαούσι που ήλθε από την Τουρκία, όπως και το όνομά του είναι Τούρκικο, διότι Τσαούσης είναι ο λοχίας. Επήρε το όνομά του λόγω της ποιοτικής του υπεροχής έναντι των άλλων ποικιλιών. Στο Τσαούσι τα κλήματα είναι όρθια, οι κληματσίδες δεν οριζοντιώνονται, αι ρώγες είναι μετρίου μεγέθους, η φλούδα λεπτή και λευκή, έχουν ένα έως δύο γίγαρτα (σπόρια) και ήταν η πρωϊμότερη ποικιλία προτού να έλθουν αι Αμερικάνικαι ποικιλίαι, όπως το Καρτινάλ, το Περλέτ, το Γκόλντ ή άλλες νεώτερες που δεν ξέρω. Το Τσαούσι καλλιεργείται πολύ στην Ανατολική Θράκη και ιδιαιτέρως στα περίχωρα της Κων/πόλεως. Στο νησί της Τενέδου όλα τα αμπέλια είναι Τσαούσια.

Θα αναφέρω τρία είδη φυτών, τα οποία κατά τη δεκαετία του 1930 ήσαν τα κυριότερα εξαγώγιμα προϊόντα φυτικής παραγωγής της Λήμνου. Σήμερα είναι στα αζήτητα ή στα εξαφανισθέντα.

Τα φασολάκια, τα γνωστά μαυρομάτικα ή γυφτοφάσουλα (δύλιχοι) είναι εξαιρετικά τόσο για σαλάτα, με τους λοβούς ή χωρίς, όσο και μαγειρεμένα. Τα φασολάκια εξήγοντο σε χιλιάδες οκάδες. Ο άφκος, (ονομασία τοπική), που μας δίδει τη νόστιμη φάβα. Πρέπει να είναι μια από τις βρώσιμες ποικιλίες του είδους Lathyrous sativus (λάθυρος ο εδώδιμος).

Υπάρχουν πολλά είδη του γένους λάθυρος τα περισσότερα κτηνοτροφικά αλλά και καλλωπιστικά, όπως ο λάθυρος ο εύοσμος, το μοσχομπίζελο. Ο άφκος εξήγετο σε πολλές χιλιάδες οκάδες και οι έμποροι μετά την αποφλοίωση τον πωλούσαν για φάβα Σαντορίνης. Στη Λήμνο λέμε άφκο αυτό που μας δίδει τη φάβα και λαθούρι το κτηνοτροφικό.

Το τρίτο είδος, το σουσάμι, εξήγετο κατά πολλές χιλιάδες οκάδες. Στην Λήμνου το σουσάμι είναι ένα μεγαλόσπορο, σκούρου χρώματος προς το καστανό και έχει μεγάλη απόδοση σε σαμόλαδο. Το δε ταχίνι ήταν εύγευστο και αρωματικό. Αυτά τα γνωρίζω διότι ασχολήθηκα με το σουσάμι και τα παράγωγά του μερικά χρόνια. Δυστυχώς αυτός ο καλός σπόρος εξαφανίσθηκε. Το ταχίνι, εκτός από τις καλές θρεπτικές ιδιότητες έχει και θεραπευτικές, όπως αναφέρουν ειδικοί επιστήμονες ως αντιγηραντικές, αντιπερτασικές, βοηθά στην καταπολέμηση της χοληστερόλης, στο ανοσοποιητικό, στην αντιμετώπιση του διαβήτη, στην αρτηριοσκλήρυνση, στη σωστή λειτουργία του ήπατος και στο έλκος του στομάχου.

Συμπληρωματικά αναφέρω και μερικά ακόμη είδη φυτών που πρέπει να διατηρηθούν, να πολλαπλασιασθούν και να χρησιμοποιηθούν. Έχουμε τη βυσσινιά με μικρά βύσσινα, αλλά είναι γευστικά και πολύ αρωματικά. Το γλυκό που γίνεται από αυτά τα βύσσινα, η βυσσινάδα και το ποτό τύπου λικέρ έχουν καλή γεύση και πολύ άρωμα.

Παλαιότερα φυτεύανε τα φούλια, αράπικο φυστίκι (αραχίδα) και είχε καλές αποδόσεις σε αμμουδερά ποτιστικά χωράφια. Το κέλυφος είχε μέσα πολλούς καρπούς (3 έως 5) μικρούς, ελαιώδεις και πολύ εύγευστους.

Τον μάλαθρο που θα βρείτε σε χωράφια ή στους τράφους μη τον καταστρέφετε. Χρησιμοποιήστε τον διότι έχει καλύτερο άρωμα από τον άνηθο που καλλιεργείται στα περιβόλια. Στη μαγειρική, σε αρκετά μέρη χρησιμοποιουν και τη μαλαθρόριζα, σε συνταγές με κρέας, ψάρι, μαζί με άλλα λαχανικά.

Από άλλα μη καρποφόρα έχουμε την λυγαριά που έκαναν τα κοφίνια που τα είχαν για πολλές χρήσεις. Τα καλάμια αφθονούν στη Λήμνο. Παλαιότερα τα χρησιμοποιούσαν στις σκεπές των σπιτιών, επειδή δεν τα πρόσβαλε ο σκόρος και δημιουργούν μόνωση. Τώρα μπορεί να γίνουν πλέγματα για φράχτες. Αφού καθαρισθούν από τα φύλλα, συνδέονται καλάμια του ίδιου πάχους και χρησιμοποιούνται για φράχτες προστασίας, ακόμα και από τον αέρα, όπως ήσαν προπολεμικά τα θερμοκήπια της Σύρου. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες οι καλαμιώνες (συστάσεις καλαμιών) είναι από τους καλύτερους μετατροπείς του διοξειδίου του άνθρακος σε οξυγόνο.

Είναι γνωστόν ότι τις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει μείωση της δραστηριότητος στον γεωργικό τομέα πανελλαδικά. Προς τούτο συνετέλεσε κατά ένα μέρος και αι επί αρκετά χρόνια ανεξέλεγκτες επιδοτήσεις. Ακούω από τις τηλεοράσεις ότι επιστήμονες εργάζονται χειρονακτικά. Αυτοί είναι αξιέπαινοι, διότι όπως έλεγαν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι, καμία δουλειά δεν είναι ντροπή η τεμπελιά είναι ντροπή. Δυστυχώς, υπάρχουν και μερικοί σημερινοί νέοι που περνούν την τεμπελιά για εξυπνάδα και προτιμούν το επίδομα ανεργίας. Αν και υπάρχουν δουλειές όχι βαριές, που μπορούν να δουλέψουν έστω εποχιακά να πάρουν λίγα μεροκάματα, όπως το μάζεμα των καρπών από τα δένδρα και από μερικά λαχανικά.


Βλέπω στην αγορά της Μύρινας, όσπρια από Τουρκία και Αμερική, σουσάμι από Ινδία και Καναδά, κρεμμύδια από Ολλανδία, σκόρδα από Κίνα. Δεν έχουμε χωράφια; Μερικοί ισχυρίζονται ότι έφυγαν πολλά εργατικά χέρια από τη Λήμνο. Συμφωνώ αλλά τότε που υπήρχαν πολλά χέρια είχαμε και πολλές εξαγωγές.

Η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών συγκέντρωνε κάθε χρόνο 5 με 6 εκατομμύρια οκάδες σύσπορου βάμβακος και μετά την εκκόκκιση και την δεματοποίηση τα πουλούσε στις βιομηχανίες για λογαριασμό των παραγωγών. Συγκέντρωνε σιτάρι της ποικιλίας Λήμνος 2,5 με 3 εκατομμύρια οκάδες και από αυτές μερικές ποσότητες (κατόπιν διαλογής) που είχαν τομή γυαλιστερή (υελώδη) τις πουλούσαν στις μακαροβιομηχανίες σε καλές τιμές. Συγκέντρωνε κριθάρι 2 με 2,5 εκατομμύρια οκάδες και τις εξήγαγε. Επίσης συγκέντρωνε και μερικές ποσότητες από όσπρια. Αλλά και οι έμποροι έκαναν εξαγωγές σε σιτηρά και όσπρια, σε μεγάλες ποσότητες. Όταν ήμουν στην Υπηρεσία, κρατούσαμε στατιστικά στοιχεία για κάθε καλλιέργεια. Τότε υπολογίσαμε ότι στην Λήμνο υπάρχουν 160.000 στρέμματα καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Αν από αυτά αφαιρέσουμε τα 60.000 στρέμματα για αμπέλια, λαχανικά, δενδρώδεις καλλιέργειες (ελιές, αμυγδαλιές κ.λπ) την περιοχή του αεροδρομίου, τα τριφύλλια, μένουν 100.000 στρέμματα που καλλιεργούνται με σιτηρά, ή είναι σε αγρανάπαυση. Και αυτά, λόγω επιδοτήσεων.

Αι επιδοτήσεις όμως σε δύο χρόνια τελειώνουν, με τι θα σπείρουν αυτές αι εκτάσεις; Ας πούμε ότι τα 50.000 στρέμματα θα τα σπείρουν πάλι με σιτηρά για τις τοπικές ανάγκες. Τα υπόλοιπα θα τα σπείρουν πάλι με σιτηρά; Αλλά λόγω των χαμηλών τιμών που έχουν τώρα τα σιτηρά, είναι ασύμφορος η καλλιέργειά τους. Αυτά θα πρέπει να καλυφθούν με ανοιξιάτικες καλλιέργειες, όπως φασόλια, άφκο, καλαμπόκι, σουσάμι, ελιές, όπου προσφέρεται το έδαφος κ.λπ ή ότι ήθελε να υποδείξει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Και όπου υπάρχει νερό, λίγα λαχανικά για το σπίτι, αν και τα κουκιά, ο αρακάς, τα κρεμμύδια, τα σκόρδα γίνονται και χωρίς πότισμα.

Πρέπει να σπείρουν με ανοιξιάτικες καλλιέργειες για να έχουμε και αμειψισπορά, να βελτιωθεί η αμειψισπορά, να βελτιωθεί η μηχανική και η χημική σύστασις του εδάφους και να δει το χώμα το χρώμα του, διότι με σπορά επί τριάντα χρόνια με σιτηρά και με χρήση κυρίως φωσφορικών λιπασμάτων, οι καλαμιές έχουν χρώμα τσιμένου και να ξαναγίνει πάλι ο κάμπος πράσινος.

Ίσως μερικοί να πούνε, γιατί να σπείρω αφού θα μου τα φάνε τα κουνέλια. Για τα κουνέλια άλλοι είναι οι αρμόδιοι, ξέρω όμως ότι τα κουνέλια είναι μεγάλη πληγή και ότι έχουν καταλάβει το μισό νησί, αλλά λόγω κουνελιών πρέπει να σηκώσουμε τα χέρια;

Έπειτα οι ανοιξιάτικες καλλιέργειες δεν είναι βαριές στην εκτέλεση, εκτός από το όργωμα που γίνεται με τρακτέρ, όλες αι άλλες εργασίες μπορεί να γίνουν ακόμη και από γυναίκες και από παιδιά, (αν μπορούν λόγω των μαθημάτων τους) και θέλουν να απασχοληθούν.. Αν και τώρα υπάρχουν μηχανήματα για όλες τις δουλειές, σε μερικά είδη φυτών χρειάζονται και τα χέρια.

Οι γυναίκες που δεν εργάζονται επί πληρωμή και ασχολούνται μόνο με τα οικιακά, έχουν πολύ ελεύθερο χρόνο. Διότι τώρα με τα πλυντήρια, τα ψυχεία, τις ηλεκτρικές κουζίνες και λοιπές ηλεκτρικές μικροσυσκευές και με το νερό στο σπίτι μπορούν να ασχοληθούν (όπως και τα παιδιά) για μερικές ημέρες το καλοκαίρι από ολίγες ώρες την ημέρα στα χωράφια. Αυτό θα τους κάνει καλό και στην υγεία τους, ακόμη και ένας πρωινός περίπατος το καλοκαίρι στον κάμπο καλό κάνει.

Παλαιότερα όλες αι γυναίκες εργάζοντο στα χωράφια, ακόμη και αι μωρομάνες επήγαιναν καβάλα στο γάιδαρο με το μωρό στην αγκαλιά και όταν έφθαναν στο χωράφι, αναποδογύριζαν το σαμάρι του γαϊδάρου, το έκαναν κρεβατάκι και έβαζαν μέσα το μωρό, βέβαια ανθυγιεινό το περιβάλλον για το μωρό, αλλά δεν είχαν άλλη λύση. Η μάνα του σπιτιού έφευγε από το χωράφι 2-3 ώρες ενωρίτερα για το χωριό για να μαγειρέψει. Έκοβε λίγα μικρά ξύλα ή κληματσίδες, τα έβαζε κάτω από τη πυροστιά και άναβε φωτιά ή αν είχε κάρβουνα άναβε τη φουφού, επήγαινε στο πηγάδι έπαιρνε νερό και το έβαζε στη χύτρα, που ήταν συνήθως πύλινη, αλλά γυαλισμένη από μέσα και έκανε το φαγητό που είχε το πρόγραμμα.

Κάθε Σάββατο έπρεπε να ζυμώσει ψωμί για όλη την εβδομάδα. Εάν στην αυλή της είχε φούρνο άναβε, πάνιζε και φούρνιζε, εάν δεν είχε, έπαιρνε την πινακωτή με τα ψωμιά στον ώμο και πήγαινε στο φούρνο της γειτονιάς και μετά το ψήσιμο τα έφερνε και το τοποθετούσε επάνω στην κανιά.

Όταν δεν πήγαινε στα χωράφια και κυρίως τις χειμωνιάτικες μέρες έπλεκε κάλτσες ή φανέλες για τα μέλη της οικογενείας, ή τζικρίκιζε βαμβάκι και έκανε νήμα με το αδράχτι και όταν γέμιζε αρκετά κουβάρια, έστηνε την κρεβατή, έμπαινε μέσα και άρχιζε να υφαίνει σεντόνια, κουβέρτες, πετσέτες και ότι πάνινο χρειαζότανε το σπίτι.

Κατά τα πρώτα χρόνια του συζυγικού της βίου έπρεπε να κάνει και 5 – 6 παιδιά κατά μέσο όρο, γιατί η γεωργική οικογένεια εχρειάζετο πολλά χέρια. Αλλά τι να σας τα λέγω εγώ, να σας τα πουν οι μανάδες σας ή καλύτερα να ρωτήσετε τις γιαγιάδες σας, να σας πούνε πόσο πολύ σκληρά δούλευαν οι γυναίκες.

Αλλά και οι άνδρες έχουν τώρα πολύ ελεύθερο χρόνο. Αφού οι περισσότεροι ασχολούνται μόνο με τα σιτηρά, δουλεύουν μόνο αυτοί που έχουν τα μηχανήματα, διότι το όργωμα γίνεται με το τρακτέρ, η σπορά και η βασική λίπανσις μπορεί να γίνεται με σπαρτική μηχανή και με λιπασματοδιανομέα, ο θερισμός και ο αλωνισμός με θεριζοαλωνιστική (κομπίνα) και η μόνη δουλειά που μένει είναι η διασπορά των επιφανειακών λιπασμάτων και η ζιζανιοκτονία. Παλαιότερα ο γεωργός έπρεπε να ξυπνήσει από τη νύχτα να ταγίσει τα βόδια και όταν ξημέρωνε να τα ποτίσει και να πάγει στο χωράφι, να τα ξέψει και να αρχίσει με το αλέτρι μπρος πίσω μέσα στην αυλακιά, όλη μέρα. Μετά να σπείρει, να σκεπάσει το σπόρο και όταν το καλοκαίρι ωρίμαζαν τα στάχια, να θερίσει, να δεματιάσει, να μεταφέρει τα δεμάτια από όλα τα χωράφια στον αλωνότοπο, να κάνει τις θυμωνιές. Να ρίξει τα δεμάτια στο αλώνι και να τρέξει τα άλογα και τα μουλάρια, αφού τα πεταλώσει ώστε να σκορπισθούν τα δεμάτια και να ισοπεδωθεί το αλώνι, μετά να βάλει τη δοκάνη με τα βόδια, να γυρίζει μέσα στο αλώνι για να τριφθούν τα στάχια και να κοπεί η καλαμιά σε άχυρα και αφού αναποδογυρίσει το αλώνι 2 – 3 φορές, θα το μαζέψει και θα περιμένει πότε θα φυσήξει αέρας να το λυχνίσει, για να χωρίσει το άχυρο απο τον καρπό. Μετά θα το δερμονίσει για να βγάλει τα κότσαλα και να το σακιάσει μετρώντας το με το πινάκι για να ξέρει πόσα πινάκια έκανε (1 πινάκι ζυγίζει 12 οκάδες σιτάρι, ή 9 οκάδες κριθάρι, περίπου).

Σήμερα όλα αυτά, από το θέρισμα έως το σάκιασμα γίνονται σε λίγες ώρες με την κομπίνα και ανάλογα με το μέγεθος του χωραφιού, με τη διαφορά το σιτάρι που θα πάρει μετά το δερμόνιασμα είναι πεντακάθαρο και μπορεί να το πάγει στο μύλο για αλεύρι, ενώ αυτό που παίρνει από την κομπίνα επειδή βγαίνει από μια χόανη έχει ξένους σπόρους (κριθάρια, αγριοβρώμες) ή άλλους σπόρους από φυτά που είχε το χωράφι και αν οι ξένοι σπόροι είναι περισσότεροι από αυτό που έσπειρε, τότε είναι κατάλληλο μόνο για ζωοτροφή.

Παλιά δεν τελείωνε με όσα περιγράψαμε έως εδώ. Έπρεπε να σηκώσει και τα άχυρα, να γεμίσει τις σακολαβές να τις φορτώσει στο ζώο για να τις μεταφέρει στην αχυρώνη. Αυτό συνεχιζόταν έως ότου τελειώσει όλο το άχυρο. Σήμερα και αυτή η δουλειά γίνεται με τη χορτοδετική μηχανή. Γίνονται σε δεμάτια και η μεταφορά τους είναι ευκολότερη. Γι’αυτό και οι άνδρες έχουν πολύ ελεύθερο χρόνο. Μπορούν λοιπόν οι άνδρες και οι γυναίκες, ακόμη και παιδιά να ασχοληθούν με ανοιξιάτικες καλλιέργειες.

Πρέπει να γνωρίζετε ότι όλα τα προϊόντα που παράγει η Λήμνος είναι καλής ποιότητος. Οι έμποροι αυτό το ήξεραν και το εκμεταλλεύοντο. Πρέπει να εκμεταλλευθούμε τώρα αυτό το προσόν του νησιού μας και να αρχίσουμε να παράγουμε τα εκλεκτά προϊόντα, να τα τυποποιούμε, όσα επιδέχονται τυποποίηση, να τα διαφημίζουμε για να έχουμε καλύτερες τιμές. Αν συνεχίσουμε αυτή την προσπάθεια και πρέπει, ίσως μετά από μερικά χρόνια να έχουμε και επαναπατρισμό νέων ηλικιών.

Για το ότι όλα τα προϊόντα της Λήμνου είναι ανωτέρας ποιότητας θα αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα. Πριν από μερικά χρόνια καλλιεργούσαμε βαμβάκι της ποικιλίας ‘Ακαλα. Η ποικιλία αυτή εκαλλιεργείτο σε πολλά μέρη της Ελλάδος. Το βαμβάκι όμως της Λήμνου αν και ίδια ποικιλία με αυτό που εκαλλιεργείτο αλλού, υπερείχε του βαμβακιού όλων των περιοχών της Ελλάδος και γι’αυτό είχε και καλύτερη τιμή.

Από το λιμάνι της Μύρινας εξάγονται προϊόντα φυτικής παραγωγής, δεν ξέρω μπορεί και να σφάλω, μόνο κρασιά και άχυρα. Εισάγονται ως πρώτη ύλη, κυρίως σιτηρά 5000 τόνοι και παρασκευάζονται στη Λήμνο ζωοτροφές, επίσης εισάγονται και 6000 περίπου τόνοι ζωοτροφές και πωλούνται στους κτηνοτρόφους, χωρίς καμία επεξεργασία, καθώς και 300 τόνοι φυράματα. Τα ψωμιά που βγάζουν οι φούρνοι σε όλα τα χωριά είναι κατά 90% από εισαγόμενα άλευρα.


Ως προς τα προϊόντα ζωικής παραγωγής εξήγοντο παλαιότερα και εξάγονται και τα τελευταία χρόνια περί τα 50 με 55 χιλιάδες αρνιά και με 7 με 8 χιλιάδες κατσικάκια το χρόνο, καθώς και 60 με 65 χιλιάδες δοχεία τυρί. Εισάγονται 2 με 2,5 χιλιάδες μοσχάρια και 5 με 6 χιλιάδες γουρούνια. Και κάτι που ολίγοι θα ενθυμούνται.

Κατά τη δεκαετία του 1930 εξήγοντο από τη Λήμνο αρκετές χιλιάδες αυγά και μια με δύο χιλιάδες κοτόπουλα προς την Αθήνα και μια με δύο εκατοντάδες γαϊδούρια και μουλάρια προς την Μακεδονία. Σήμερα εισάγονται και αυγά και κοτόπουλα νωπά και κατεψυγμένα. Όσο για τα γαϊδούρια και μουλάρια αυτά είναι προς εξαφάνιση. Η Λήμνος χαρακτηρίζεται ως αγροτική περιοχή, δεν είναι βιομηχανική και θα πρέπει οι άνθρωποι που την κατοικούν να ασχολούνται κυρίως με γεωργοκτηνοτροφικές εργασίες, έστω και με αγροτουρισμό που χρόνια τον ακούω και δεν τον βλέπω.

Στην περιφέρεια του Μούδρου υπάρχει τα τελευταία 3 – 4 χρόνια κάποια προσπάθεια στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων. Επληροφορήθηκα ότι έφεραν από το Άγιο Όρος μια μικρή ποσότητα σίτου ποικιλίας Μαυραγάνι την έσπειραν και την πολλαπλασίασαν. Επίσης έσπειραν άφκο και κτηνοτροφικό λαθούρι. Ο έμπορος Μούδρου κ. Χρήστος Σαλαμουσάς έφερε προ τριετίας 700 κιλά κτηνοτροφικά κουκιά. Τα έδωσε στους γεωργούς των χωριών της Ανατολικής Λήμνου και εφέτος και στο Αγρόκτημα «Μητρόπολις». (Καθώς με πληροφόρησαν τα κουνέλια δεν πλησιάζουν πολύ τα κτηνοτροφικά κουκιά.). Όπως ο ίδιος μου είπε, εξάγει τατελευταία χρόνια περίπου 700 με 900 τόνους κριθάρι, 300 με 500 τόνους σιτάρι και 260 με 280 τόνους βρώμη το χρόνο. Είναι μια καλή αρχή.

Επίσης είναι ευχάριστο ότι κάτι γίνεται και με το σιτάρι ποικιλίας Λήμνος και σε λίγα χρόνια θα έχουμε το καλό αυτό σιτάρι να σπέρνεται σιγά σιγά σε όλα τα χωριά. Συνιστώ σε όλους τους γεωργούς όταν αυξηθεί η ποσότης του σίτου Λήμνος να σπείρουν έστω και ένα χωράφι που να τους δίδει την ποσότητα που χρειάζονται για το αλεύρι της χρονιάς, ώστε να έχουν ένα καλό και νόστιμο ψωμί. Το ότι κάθε γεωργική οικογένεια πρέπει να έχει το αλεύρι της χρονιάς, μια ποικιλία από όσπρια, τυρί, φλομάρια και τραχανά σπιτικά και να αξιοποιήσουν τα πλεονάσματα από φρούτα και λαχανικά για να παρασκευάζουν γλυκά, μαρμελάδες, πελτέδες, τουρσιά κ.λπ από το να τα αφήνουν και να χάνονται, αυτό δεν είναι οπισθοδρόμησις είναι νοικοκύρεμα. Και αφού από αυτά που τρώμε κάθε μέρα η μισή ποσότητα είναι σχεδόν το ψωμί γιατί να μην έχουμε με λίγο κόπο ένα καλό και υγιεινό ψωμί; Σχετική και μια ιστοριούλα.

Μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950 αι μεταφορές επιβατών και αποσκευών από και προς τα πλοία εγίνοντο με βάρκες, υπήρχαν βαρκάρηδες που έκαναν αυτή τη δουλειά. Το 1935 υπήρχε στο Κάστρο (Μύρινα) ένας βαρκάρης ηλικίας γύρω στα 60. Αυτός όταν ήτο νέος μπαρκάρισε με ποντοπόρα πλοία και πήγε σε πολλά μέρη, είδε, άκουσε και έμαθε πολλά. Κατά τις διηγήσεις που έκαναν με τους φίλους του, έλεγε πόσες νοθείες εγένοντο σε τρόφιμα φυσικά για το κέρδος.

Παρενθετικά, σκεφθείτε τώρα αφού πριν από 100 και πλέον χρόνια εγίνοντο νοθείες στα τρόφιμα, πόσο μάλλον τώρα, με την πρόοδο της χημείας πόσες νοθείες μπορεί να γίνουν και γίνονται σε τρόφιμα και ζωοτροφές.

Μία μέρα αυτός ο βαρκάρης είχε στον ώμο του ένα μικρό σακί. Τον συναντά ένας και του λέγει:

- Τι κουβαλάς μπάρμπα Ρίκο;

- Αγόρασα σιτάρι για να κάνω ψωμί, του λέγει ο άλλος.

- Οι φούρνοι είναι γεμάτοι ψωμιά και συ αγόρασες σιτάρι για να κάνεις ψωμί;

Του απαντά ο βαρκάρης.

- Όποιος έχει δύο μάτια αγοράζει σιτάρι, όποιος έχει ένα μάτι αγοράζει αλεύρι και όποιος είναι στραβός αγοράζει ψωμί. Εγώ έχω δύο μάτια, δεν είμαι στραβός.

Αφού λοιπόν και σεις έχετε δύο μάτια κάντε αυτό που έκανε ο βαρκάρης.

Σας χαιρετώ και σας ευχαριστώ για το χρόνο σας.

Αθανάσιος Κουντουράς

7 σχόλια:

  1. Τον ευχαριστώ που μου έδωσε την ευκαιρία να διαβάσω αυτό το υπέροχο άρθρο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ συγκινήθηκα μπράβο κε Κουντουρά ο Θεός να σας έχει καλά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Λογια μετρημενα με γνωση και πειρα. Φαινεται η αγαπη και η προσφορα στον τοπο. Σε ευχαριστουμε.Να εισαστε παντα καλα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. τέτοιους Αρχηγούς χρειαζόμαστε! με σημαία το αυτονόητο... που δεν υπάρχει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙ ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΩ ΣΠΟΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΣΙΤΑΡΙ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. ΠΟΥ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΒΡΩ ΛΗΜΝΙΟ ΣΙΤΑΡΙ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Για λημνιό σιτάρι επικοινωνήστε με τον κύριο Σαλαμουσά. Τα στοιχεία επικοινωνίας του θα τα βρείτε στην ιστοσελίδα του: http://salamousas.blogspot.gr/

    ΑπάντησηΔιαγραφή